Ενώ δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό θα διαρκέσει η κρίση, γνωρίζουμε ότι ο οικονομικός αντίκτυπος θα είναι σοβαρός. Στις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, οι μη κρίσιμες υπηρεσίες που έχουν κλείσει με κυβερνητικό διάταγμα αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο της παραγωγής. Αυτό σημαίνει, ότι οι τομείς αυτοί που παραμένουν κλειστοί, να υπολογίζονται σε πτώση του ετήσιου ΑΕΠ κατά 3% κάθε μήνα και αυτό συμβαίνει πριν ληφθούν υπόψη άλλες διαταραχές και μεταπτώσεις στην υπόλοιπη οικονομία.
Όλες οι χώρες της Ευρώπης θα πρέπει να αντιμετωπίσουν επιθετικά στην κρίση, ταυτόχρονα με τόλμη και ανάλογα με τις δυνατότητες τους. Αν υπήρχε ποτέ στιγμή για τη χρησιμοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων και πολιτικών δυνατοτήτων, αυτη είναι σίγουρα τώρα. Ωστόσο, οι δυνατότητες αντίδρασης διαφέρουν σημαντικά εντός της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τους περιορισμούς που αντιμετωπίζουν οι χώρες, καθώς επιδιώκουν να εντείνουν τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης, είναι χρήσιμο να γίνει διάκριση μεταξύ τριών ομάδων χωρών: 1) τις προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, 2) τις αναδυόμενες ευρωπαϊκές οικονομίες που είναι μέλη της ΕΕ αλλά όχι της ζώνης του ευρώ και 3) τις αναδυόμενες οικονομίες εκτός ΕΕ, ιδίως στις μικρότερες αναδυόμενες αγορές.
Οι φορείς χάραξης πολιτικής στις προηγμένες οικονομίες αξιοποίησαν σωστά τις πολιτικές δυνατότητες και τα θεσμικά τους όργανα, θέτοντας σε εφαρμογή μεγάλες νομισματικές και δημοσιονομικές επεκτάσεις για να αμβλύνουν τον αντίκτυπο της κρίσης. Οι δημοσιονομικοί κανόνες και τα όρια δικαιολογημένα αναστέλλονται για να καταστήσουν δυνατή την επείγουσα υποστήριξη μεγάλης κλίμακας και τα δημοσιονομικά ελλείμματα επιτρέπεται να αυξηθούν. Ομοίως, οι κεντρικές τράπεζες έχουν ξεκινήσει μαζικά προγράμματα για αγορές περιουσιακών στοιχείων και οι χρηματοοικονομικές ρυθμιστικές αρχές έχουν διευκολύνει τις απαιτήσεις ώστε οι τράπεζες να συνεχίσουν να στηρίζουν τους πελάτες που βρίσκονται σε κίνδυνο και την οικονομία ευρύτερα. Όσον αφορά την ευρωζώνη, οι μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η εξουσιοδότηση των ευρωπαίων ηγετών στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας να παράσχει ένα ευρωπαϊκό συμπλήρωμα στις εθνικές δημοσιονομικές προσπάθειες είναι ιδιαίτερα σημαντική για να διασφαλιστεί ότι οι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος θα έχουν τον δημοσιονομικό χώρο που χρειάζονται για να αντιδράσουν δυναμικά στην κρίση. Η δέσμευση των ηγετών της ζώνης του ευρώ να κάνουν ό, τι χρειάζεται προκειμένου να σταθεροποιηθεί το ευρώ δεν πρέπει να υποτιμηθεί.
Οι οικονομίες των αναδυόμενων αγορών που είναι μέλη της ΕΕ αλλά όχι της ζώνης του ευρώ δεν έχουν τα ίδια πολιτικά περιθώρια με τις προηγμένες οικονομίες αλλά θα ωφεληθούν σημαντικά από τη μείωση των δημοσιονομικών και εξωτερικών τους ελλειμμάτων και χρεών τα τελευταία χρόνια και από την Θωράκιση των τραπεζικών τους συστημάτων. Σημαντική προσπάθεια έχει καταβληθεί για την δημιουργία οικονομικών περιθωρίων σε αυτές τις χώρες, και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για τη χρήση τους.
Όσον αφορά τα περιθώρια άσκησης πολιτικής, η κύρια ανησυχία του Πολ Τόμσεν στο άρθρο του στο μπλογκ του ΔΝΤ, σε αυτή τη συγκυρία είναι όσον αφορά τις μικρότερες χώρες εκτός της ΕΕ. Ο δημοσιονομικός χώρος ποικίλλει σημαντικά εντός αυτής της ομάδας, αλλά στο σύνολό τους δεν έχουν το βάθος των χρηματοπιστωτικών αγορών και των δεσμών της ΕΕ που συμβάλλουν σημαντικά σττα περιθώρια άσκησης πολιτικής. Με περιορισμένη πρόσβαση σε εξωτερικά κεφάλαια και με μικρότερα και λιγότερο ανεπτυγμένα τραπεζικά συστήματα, πολλές από αυτές τις χώρες θα δυσκολευτούν να χρηματοδοτήσουν μεγάλες αυξήσεις των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τους. Επίσης, δεν διαθέτουν τον ίδιο βαθμό δυνητικής πρόσβασης στη χρηματοδοτική στήριξη, που μπορούν να επωφεληθούν τα μέλη της ΕΕ και από την ευρύτερη ομπρέλα της πολιτικής και θεσμικής αξιοπιστίας που καλύπτει τα μέλη της ΕΕ.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι χώρες αυτές στρέφονται τώρα προς το ΔΝΤ για οικονομική βοήθεια. Εξαιρουμένης της Ρωσίας και της Τουρκίας, οι περισσότερες από τις εννέα μη μέλη της ΕΕ αναδυόμενες οικονομίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης έχουν ήδη υποβάλει αίτηση για επείγουσα βοήθεια από μια δεξαμενή 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων διαθέσιμων μέσω των έκτακτων χρηματοδοτικών μέσων στήριξης του ΔΝΤ. Είναι μέρος απο τις περισσότερες από 70 χώρες μέλη σε όλο τον κόσμο που έχουν ήδη επιδιώξει πρόσβαση σε κεφαλαιακή ενίσχυση έκτακτης ανάγκης του ΔΝΤ για να ανταποκριθούν στις άμεσες πιέσεις που απορρέουν από την κρίση του COVID-19. Είναι πιθανό να ακολουθήσουν περισσότερες χώρες, σε αυτόν τον ήδη ο μεγαλύτερο αριθμός αιτήσεων για βοήθεια που έλαβε ποτέ το ΔΝΤ ταυτόχρονα.
Το Ταμείο κινείται όσο το δυνατόν ταχύτερα για να στηρίξει τα μέλη του σε αυτές τις έκτακτες συστημικές προκλήσεις. Ενισχύει δραματικά τους εσωτερικούς κανόνες και τις διαδικασίες του ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί με την ταχύτητα, την ευκινησία και την κλίμακα που απαιτείται σε αυτή την πρωτοφανή πρόκληση εν καιρώ ειρήνης. Τα μέλη του ΔΝΤ – 189 χώρες σε όλο τον κόσμο – δεν περιμένουν τίποτα λιγότερο απ΄ το να είναι έτοιμο το Ταμείο να αναλάβει τον ρόλο του στη στήριξη των προσπαθειών της Ευρώπης για την αντιμετώπιση της πανδημίας.