Η «Εφημερίς των Αθηνών» είναι η πρώτη εφημερίδα που εκδόθηκε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1824, στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Το πρώτο φύλλο της θα κυκλοφορήσει στις 20 Αυγούστου του 1824 και θα εκτυπωθεί στη Σαλαμίνα (όπου βρίσκεται στην αρχή το τυπογραφείο για λόγους ασφάλειας) και το τελευταίο στις 15 Απριλίου 1826 – καθώς μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Κιουταχής στρέφεται απειλητικά προς την Αθήνα που σύντομα θα καταλάβει.
Εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας είναι ο διανοούμενος και πολιτικός Γεώργιος Ψύλλας (1794-1878). Ο Ψύλλας δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Πριν την επανάσταση σπουδάζει στην Ιένα και το Γκέτινγκεν (όπου γνωρίζει τον Αναστάσιο Πολυζωίδη). Μυείται στις πιο ριζοσπαστικές φιλελεύθερες ιδέες και μόλις ξεσπά η επανάσταση επιστρέφει αμέσως στην Ελλάδα (είναι μόλις 27 ετών) και συνδέεται με τη μικρή ομάδα νέων φιλελεύθερων δυτικότροπων εκσυγχρονιστών γύρω από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Αυτή η ομάδα έφερε «την πραγματική επανάσταση, την πολιτική και θεσμική επανάσταση μέσα στον αγώνα της ανεξαρτησίας», γράφει ο Νικηφόρος Διαμαντούρος.
Στη δεύτερη εθνοσυνέλευση (1823) ο Ψύλλας θα πρωταγωνιστήσει στις συζητήσεις για τη θεσμική προστασία της ελευθερίας του λόγου και του τύπου. Ο Γιάννης Μακρυγιάννης θα γράψει στα απομνημονεύματά του γι’ αυτόν: “Κι ο Γεώργιος Ψύλλας είναι πάντοτες το αγαθό τέκνο της πατρίδας, όπου μιλεί φρονίμως και πατριωτικώς εις το δίκιον και λέγει την γνώμη του ελεύτερα». Έτσι ο μεγάλος Άγγλος φιλέλληνας (και μαθητής του Jeremy Bentham) Leicester Stanhope, αυτόν θα εμπιστευτεί όταν θα δωρίσει ένα τυπογραφικό μηχάνημα για να χρησιμοποιηθεί για έκδοση εφημερίδας («για το συμφέρον του λαού») στην Αθήνα. Επιλέγεται μάλιστα ως τυπογράφος ο καλύτερος ίσως, ο Κωνσταντίνος Τόμπρας, που έμαθε την τέχνη στο περίφημο τυπογραφείο των φιλελεύθερων και βέβαια φιλελλήνων αδελφών Didot (που παραμένει μέχρι σήμερα διάσημο λόγω της γραμματοσειράς τους που ακόμα χρησιμοποιούμαι αλλά και της εμφάνισής του στις «Χαμένες Προσδοκίες» του Μπαλζάκ). Ο Stanhope επιλέγει τον τίτλο της εφημερίδας (Athens Free Press) και τον προτείνει μαζί με το γνωμικό της προμετωπίδας:
«Η παρρησία είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης»
Τι σημαίνει αυτό; Το εξηγεί ο Ψύλλας στο πρώτο του κύριο άρθρο: «Παρρησία λέγομεν τον ευγενή και ανοικτόν τρόπον με τον οποίον ένα φιλελεύθερο έθνος τελειώνει τας κοινάς του υποθέσεις: όταν λόγου χάριν τα Κριτήρια, Βουλευτήρια, οι λογαριασμοί και τλπ. ενός Έθνους είναι ανοικτά εις τον καθένα, και οι πολίται είναι ελεύθεροι να ομιλούν και να γράφουν την γνώμην των, δια τα κοινά συμφέροντα, τότε λέγομεν ότι βασιλεύει εις το έθνος εκείνο η Παρρησία, το Φως, η Αλήθεια, ο Νόμος. […] Χωρίς αυτήν την παρρησία ο λαός μένει ανίδεος […] μήτε καλήν εκλογήν θα ημπορεί να κάμνη.»
Όταν κυκλοφορεί το πρώτο φύλλο, ο Ψύλλας στέλνει επιστολή στον Stanhope ενημερώνοντάς τον ότι «έβαλε σε κίνηση το παντοδύναμο μηχάνημα της λαϊκής διαφωτίσεως».
Η εφημερίδα δεν ενημέρωνε απλώς για τα πολεμικά γεγονότα αλλά ασκούσε ταυτόχρονα σκληρή κριτική στις αυθαιρεσίες και την αναποτελεσματικότητα του νεοσύστατου «ελληνικού κράτους». Όπως γράφει η Αικατερίνη Κουμαριανού (στην περίφημη μονογραφία της για τον Τύπο στον Αγώνα), η Εφημερίς των Αθηνών διαφέρει από τις άλλες εφημερίδες γιατί «την ίδια ξεχωριστή θέση την οποία έβρισκαν στην Εφημερίδα των Αθηνών ειδήσεις και νέα του πολέμου, την ίδια έβρισκαν και δημοσιεύματα που αναφέρονταν στο πολίτευμα και τους νόμους, στους θεσμούς, στον τύπο και στην ελευθεροτυπία. […] Η Εφημερίς των Αθηνών βρίσκεται πολύ πιο κοντά προς τον διαφωτισμό που αναπτύχθηκε με τόση ρώμη και γενναιότητα φρονήματος, πριν από τον Αγώνα.»
Η γλώσσα της εφημερίδας είναι η δημοτική και απευθύνεται σε όσους Αθηναίους (9.000 κάτοικοι το 1824) γνωρίζουν γράμματα. Οι συνδρομές βέβαια δεν ξεπερνάνε ποτέ τις 200 (η τιμή της συνδρομής ήταν 14 γρόσια το τρίμηνο ή «πέντε τάλλαρα κολονάτα» τον χρόνο).
Στις 20 Δεκεμβρίου του 1824 η εφημερίδα θα δημοσιεύσει ένα συγκλονιστικό άρθρο του Θεόδωρου Νέγρη, αυτού του ιδιόμορφου και αμφιλεγόμενου φαναριώτη πολιτικού που ανήκει στη μικρή ομάδα των φιλελεύθερων διανοούμενων που ίδρυσαν το ελληνικό κράτος. Ο Νέγρης έχει ήδη πεθάνει από τύφο, ένα μήνα πριν, στα 34 του, στο Ναύπλιο. Ήταν ένας από τους συνεργάτες της εφημερίδας η οποία επιλέγει μετά το θάνατό του να δημοσιεύσει αυτό το άρθρο-παρακαταθήκη.
Αριστείδης Χατζής