Πολλοί νομίζουν, λανθασμένα, πως η βιομηχανική πολιτική είναι κάτι που αφορά, στενά,
μονάχα τον τομέα της μεταποίησης σε μια χώρα: την παραδοσιακώς εννοούμενη, δηλαδή,
βιομηχανία υλικών προϊόντων και την βιοτεχνία της. Όμως αυτό δεν ισχύει.
Η βιομηχανική πολιτική μιας χώρας είναι, πολύ περισσότερο, η συστηματική προσπάθεια κατάρτισης και υλοποίησης ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδίου κυβερνητικής πολιτικής, που σκοπό έχει την μακρόπνοη τόνωση της ανάπτυξης και της μεγέθυνσης όλων των κλάδων της οικονομίας της.
Σε αυτόν τον προσανατολισμό, κάθε αποτελεσματική κυβέρνηση στην εποχή μας λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα με στόχο την συστηματική τόνωση της ανταγωνιστικότητας και την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων των τοπικά εγκαταστημένων επιχειρήσεων της χώρας της. Και αυτό το επιτυγχάνει προωθώντας -στην βάση ενός συνεκτικού σχεδίου- όλους τους αναγκαίους διαρθρωτικούς μετασχηματισμούς.
Στην πράξη, η τόνωση της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας συνίσταται, τελικώς, στην αύξηση των δυνατοτήτων του παραγωγικού ιστού της στο να παράγει, διακλαδικώς, προϊόντα και υπηρεσίες που καταφέρνουν να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά, να διεισδύουν και να αναπτύσσονται στις διεθνείς αγορές, σε συνθήκες ενός όλο και πιο σκληρού παγκοσμιοποιούμενου ανταγωνισμού. Και με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να παρέχει ένα βιώσιμα ανερχόμενο βιοτικό επίπεδο στους πολίτες της χώρας.
Στο βάθος όμως, αυτό απαιτεί την παραγωγή και διάθεση προϊόντων και υπηρεσιών όλο και πιο ελκυστικών και ισχυρών σε όρους ποιότητας προς τιμή, όπως φυσικά τα αξιολογεί ο διεθνής πελάτης και η παγκόσμια αγορά.
Υπ’ αυτήν την έννοια, η προσπάθεια συστηματικής ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μιας εθνικής οικονομίας ακουμπά και εμπλέκει αναλυτικά μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων και ζητημάτων: από τον στρατηγικό σχεδιασμό των ίδιων των επιχειρήσεων στην υποστήριξη της καινοτομικής διάκρισης τους και από την προβληματική της συνολικής οικονομικής ανάπτυξης του εθνικού συστήματος στην προσπάθεια διαρκούς αναβάθμισης της θέσης του στο σύγχρονο, όλο και πιο απαιτητικό, «παγκόσμιο εργοτάξιο» (βλ. σχήμα)
Σε αυτή την κατεύθυνση λοιπόν, μια σύγχρονη οικονομική πολιτική, πέραν της προσπάθειας για την επίτευξη της βραχυπρόθεσμης μακροοικονομικής ισορροπίας, οφείλει να σκοπεύει και να επιτυγχάνει και την δημιουργία των βαθύτερων εκείνων δομικών συνθηκών που επιτρέπουν την συνεχή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του εθνικού «παραγωγικού κινητήρα»: δηλαδή, των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και του συνολικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επίτευξη των στόχων ενίσχυσης των επιδόσεων του παραγωγικού συστήματος προϋποθέτει τον συνδυασμό ποσοτικών μέτρων και ποιοτικών αναδιατάξεων. Και οι τελευταίες, συγκεκριμένα, επιτυγχάνονται μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αναπροσαρμογών (βλ. σχήμα)
Σε αυτή την βάση εκτιμώ πως μπορεί να διαρθρωθεί μια νέα αποτελεσματική «ήπιας» μορφής βιομηχανική πολιτική και για την Ελλάδα, σήμερα.
Συγκεκριμένα, αυτή η «ήπια» μορφής βιομηχανική πολιτική πρέπει να κτιστεί στην βάση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας και της παροχής σε αυτήν ενός πραγματικά υποστηρικτικού αναπτυξιακού συντονισμού, βοηθώντας την στο να ανταποκριθεί έμπρακτα στις σύγχρονες απαιτήσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Και είναι αλήθεια πως η εποχή των αποσπασματικών λύσεων, των «μπαλωμάτων» και των ευχολογίων έχει πλέον παρέλθει.
Δεν πρόκειται εδώ, φυσικά, για την επανάληψη μιας «λογικής» άκρατου κρατικού παρεμβατισμού, για την σύσταση ένα «κράτος-πατερούλη» ή για μια προσπάθεια «εκ των άνω ελεγχόμενης ανάπτυξης». Δεν πρόκειται, επίσης, για την επανάληψη μιας «λογικής» επιδοματικής πολιτικής «αλλήθωρης» ενίσχυσης επενδύσεων- «φαντασμάτων». Αυτά τα ζήσαμε επί μακρόν στην χώρα μας, δυστυχώς, και διαπιστώσαμε στην πράξη την ανεπάρκεια και την αποτυχία τους.
Στην Ολλανδία, για παράδειγμα, μετά τις εκλογές του 2010, μπήκε σε εφαρμογή η «Πρωτοβουλία για Κορυφαίους Κλάδους της Οικονομίας» (Ministry of Economic Affairs, Agriculture and Innovation, 2011), στα πλαίσια μιας νέας πολιτικής για τις επιχειρήσεις και για την καινοτομία και με βάση μια συνεκτική ατζέντα πολιτικής για εννέα «κορυφαίους κλάδους» της οικονομίας της: το νερό, το φαγητό, η κηπουρική (horticulture), τα high-tech χημικά, η ενέργεια, η τεχνολογία της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) και οι δημιουργικές βιομηχανίες γνώσης και πληροφορίας.
Στην Γαλλία επιτεύχθηκε, επίσης, μια δραστική αναδιάρθρωση της βιομηχανικής πολιτικής από το 2005 και έπειτα . Ειδικότερα, προτάθηκε και υλοποιήθηκε η δημιουργία ενός κυβερνητικού οργανισμού καινοτομίας και η ενίσχυση της χρηματοδότησης σε πέντε κύριες κλαδικές περιοχές: ενέργεια, μεταφορές, περιβάλλον, υγεία, και πληροφοριακή τεχνολογία. Παράλληλα, εγκρίθηκε η δημιουργία ενός ειδικού στρατηγικού ταμείου (Strategic Management Fund) που αφορά σε επενδύσεις μεγέθυνσης των επιχειρήσεων και υποστήριξης του εκσυγχρονισμού των αλυσίδων αξίας τους, καθώς και η παροχή μεγάλων δανείων (Grand Loan – 35€ δις) που αφορούν δάνεια για την υποστήριξη στρατηγικών επενδύσεων σε μελλοντική τροχιά. Εδώ παρατηρείται, πλέον, και ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την εμπορευματοποίηση ειδικών εμπορικών καινοτομικών υπηρεσιών (commercial spin-offs) που έχουν προέλθει από πρωτοβουλίες πανεπιστημίων και ερευνητικών ινστιτούτων και η συστηματική υποστήριξη σε κάποιους «τομείς προτεραιότητας», όπως η ψηφιακή οικονομία, η νάνο- και βιο-τεχνολογία, η ανανεώσιμη ενέργεια, τα οχήματα χαμηλών εκπομπών ρύπων και οι καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στην Κορέα, κατ’ αναλογία, έχουν τα τελευταία χρόνια εκπονηθεί συγκεκριμένες στρατηγικές ανά κλάδο για τις θεωρούμενες «ναυαρχίδες» της οικονομίας της: αυτοκινητοβιομηχανίες, ναυπηγική, ημιαγωγούς, χάλυβα, γενικά μηχανήματα, υφάσματα, και ανταλλακτικά και υλικά. Στην βιομηχανική πολιτική της αναγνωρίζονται τα πιθανά μελλοντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας της και ενισχύονται 17 συγκεκριμένοι κλάδους, κάτω από τρεις γενικές κατηγορίες: πράσινη ενέργεια, τεχνολογίες αιχμής σύγκλισης και υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας.
Και ο πήχης, φυσικά, πρέπει να τεθεί εξ ορισμού υψηλά. Στην πράξη, όλα πρέπει να γίνουν γρήγορα, έξυπνα, λιτά και όσο το δυνατόν πιο εύστοχα και αποτελεσματικά από την νέα κυβέρνηση. Πλέον, η έμφαση πρέπει να αποδοθεί στην ταχεία διάχυση σύγχρονης τεχνογνωσίας, χρηματοδότησης, νέων επιχειρηματικών εργαλείων και μεθοδολογιών και στην ενίσχυση των άυλων υποδομών που κυοφορούν την ανταγωνιστική επιτυχία, σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
“ Άρθρο μου στον “ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ” 6/8/2017 ”
Ο δρ Χάρης Βλάδος είναι και * Συντονιστής της θεματικής βιομηχανικής πολιτικής, του Τομέα Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας της ΝΔ *
Πλοήγηση άρθρων