“Κάποιος πρέπει να κάνει τον γκρινιάρη την επομένη μιας ξεκάθαρης εκλογικής νίκης. Εκτός θέματος δηλαδή, εν μέσω της ευφορίας της αυτοδυναμίας να τονίσει πόσο προσωρινοί είναι αυτοί οι αριθμοί. Πώς έφτασε η Νέα Δημοκρατία κοντά στο δυσθεώρητο στα χρόνια της κρίσης 40%; Δύο αριθμητικές αναλύσεις και δύο ποιοτικά χαρακτηριστικά πρέπει να προβληματίσουν τον Κυριάκο.
Πρώτον, η Νέα Δημοκρατία απορρόφησε αρκετή δύναμη από τα κόμματα που δεν τόλμησαν την έκθεση στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, τα περισσότερα μέσα στην δίνη της απογοήτευσης των ευρωεκλογών. Το 30% των ψηφοφόρων του Ποταμιού ψήφισαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη ενώ περίπου το 2,35% του τελικού αποτελέσματος προήρθε από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δύσκολα μπορεί κανείς να θεωρήσει αυτούς του ψηφοφόρους μόνιμους και «πιστούς» ενώ είναι πιθανό κάποιοι να ανασυσταθούν.
Επιπλέον, όπως κατέδειξαν οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις, πάνω από το 31% όσων επέλεγαν την Νέα Δημοκρατία το έκαναν για να «φύγει η χειρότερη κυβέρνηση». Ορφανοί και απογοητευμένοι ψηφοφόροι πολύ σπάνια είχαν την μετεκλογική υπομονή που απαιτεί η προσαρμογή μιας νέας κυβέρνησης στα διοικητικά δρώμενα.
Αλλά υπάρχουν και δύο ποιοτικά χαρακτηριστικά που πρέπει να προβληματίσουν τον Κυριάκο. Οι συγκεντρωμένοι πέριξ του νέου πρωθυπουργού δεξιοί έχουν πολύ διαφορετικά όνειρα για την μετά-ΣΥΡΙΖΑ εποχή. Ένα μίγμα αντί-Πρεσπών, φιλελευθέρων, μεταρρυθμιστών και παραδοσιακών δεξιών συγκεντρώθηκε γύρω από την προοπτική νίκης και αυτοδυναμίας. Επιπλέον, ο Κυριάκος παράγοντας ένα συμφιλιωτικό προεκλογικό μήνυμα, φαίνεται πως κέντρισε το ενδιαφέρον και την αποδοχή μιας ευρύτερης κοινωνικής μάζας. Πολύ έξυπνα η ΝΔ υπερέβη τον εχθρικό λόγο και έχτισε «γέφυρες» με μετριοπαθείς ή απολιτικούς αναποφάσιστους. Όμως αυτές οι συνθήκες αρμονίας θα αρχίσουν να αίρονται όταν μοιραία θα ξεδιπλώνονται οι προσχεδιασμένες ή αυτοσχέδιες πολιτικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.
Ακόμα και στον διεθνή τύπο μπορεί κανείς να παρατηρήσει την παράδοξη εμφάνιση του Μητσοτάκη ως τυπικού έμπειρου statesman με την εξίσου αλλά ταυτόχρονα δυνατή εικόνα και ως Ταύρου που θα σπάσει τα παλιά γυαλικά. Washington Post και Le Point συγκλίνουν στο ότι ο Κυριάκος μπορεί να κάνει μια αποφασιστική στρατηγική στροφή ενώ άλλοι συντηρητικοί δημοσιογράφοι σχολιάζουν την μετριοπάθειά του που θα οδηγήσει το ελληνικό κράτος σε μια φυσική συνέχεια και συνέπεια των όσων έχουν συμφωνηθεί με το ευρωπαϊκό σύστημα. Συνέχεια ή ρήξη; Επιθετική επαναδιαπραγμάτευση των πλεονασμάτων; Σκληρή μεταρρύθμιση στην ΔΕΗ ή ήπια διαχείριση; Επίπονες αντιδημοφιλείς οδομαχίες στα Εξάρχεια (με ρίσκο ένα ατύχημα;) ή υπομονετικές περιπολίες;
Όπως και κάθε πρωθυπουργός που πλησίασε ή πέρασε το ψυχολογικό όριο του 40%, ο Κυριάκος θα έρθει άμεσα αντιμέτωπος με το περίπλοκο ιδεολογικό και πολιτικό μωσαϊκό που τον ψήφισε αλλά και με τις κομματικές ισορροπίες. Εάν προσπαθήσει να ισορροπήσει, να ακροβατήσει και να διαπραγματευτεί με όλους θα στερήσει από την χώρα μια μοναδική ευκαιρία να κινηθεί με αποφασιστικότητα προς ένα καλύτερο και οικονομικότερο κράτος, μια οικονομία χωρίς βαρίδια, ένα προϋπολογισμό χωρίς τα ελλείμματα των ΔΕΚΟ και μια Παιδεία έξω από το άσυλο ανιάτων Πανεπιστημίων.
Είναι λοιπόν πολύ καλύτερο να ξεχάσει το γλυκό 40%, να το αρχειοθετήσει και να αρχίσει να σκέφτεται ως ο ηγέτης που χρειάζεται μια χώρα που χρεοκόπησε, πάλεψε και τώρα αναζητά μια στέρεη στρατηγική για το μέλλον της.”